Για την Αιώνια Αγαπημένη…
Η φιλοσοφία του Πλωτίνου πολύ εύστοχα έδειξε πως ο άνθρωπος είναι σαν τα ηλιοτρόπια, όπως εκείνα δηλαδή στρέφονται συνέχεια προς τον Ήλιο έτσι και εμείς αποζητούμε με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο την Αγάπη. Γι’ αυτό και λέμε πως η Αγάπη είναι παντοτινή, επειδή είναι ασάλευτη ενώ εμείς αλλάζουμε. Και ακριβώς επειδή εμείς αλλάζουμε ενώ εκείνη όχι, η Αγάπη είναι μια ιδέα!
Τείνουμε λοιπόν συνέχεια προς τα εκεί, και συχνά νομίζουμε πως έχουμε φτάσει εκεί. Αλλά πως μπορεί ένα πλάσμα της αλλαγής (όπως είναι ο άνθρωπος) να φτάσει στο ακλόνητο; Για να φτάσουμε θα πρέπει να πάψουμε να είμαστε τρεπτοί και για να γίνει αυτό θα πρέπει να αναζητήσουμε εκείνο που όμοια είναι αιώνιο και αληθινό σ’ εμάς. Αυτό είναι η Ψυχή και γνωρίζοντας εκείνη μπορούμε να γνωρίσουμε και την τέρψη της Αγάπης.
Η ψυχανάλυση του Γιούνγκ έδειξε μέσα από την κλινική εμπειρία πως σύμβολο της Ψυχής στον άνθρωπο είναι η Γυναίκα, όχι όμως μια οποιαδήποτε γυναίκα αλλά το Αιώνιο Θηλυκό. Και αν ο άνδρας βρίσκει κάτι στο αντίθετο φύλο είναι γιατί σ’ αυτή αναγνωρίζει κάτι από το αρχέτυπο τούτο (anima), διακρίνει κάτι από την ψυχή του στην αγαπημένη.
Η ποίηση του Ρουμί θεολόγησε πώς ο δρόμος για τον Θεό περνάει μέσα από την πύλη της καρδιάς. Πρόκειται για ένα ταξίδι νοσταλγικό, μια οδύσσεια που την ενσαρκώνει ο πόνος του αποχωρισμού αλλά την τρέφει η μέθη της ανάμνησης του Αγαπημένου.
Η φιλοσοφία του Πλάτωνα εξήγησε πως η μάθηση είναι ανάμνηση, ενώ οι Γνωστικοί θεμελίωσαν τον μυστικισμό τους στη Γνώση όχι ως απόκτημα αλλά ως χάρης, όχι ως κάτι που θα εισέλθει από τον κόσμο, αλλά ως εκείνο που θα εξέλθει από την καρδιά. Ο μεσσίας εδώ δεν είναι κάποιος άνδρας -και πως θα μπορούσε αφού αυτός είναι λόγος δηλαδή φανέρωση– αλλά κάποια γυναίκα, η Σοφία.
Τον δρόμο για τον Θεό οι τροβαδούροι το έπλεξαν υμνώντας την Αιώνια Αγαπημένη μέσα από διηγήσεις ιπποτών. Γι’ αυτούς, η δέσποινα που βρίσκεται προστατευμένη (σε κήπο ή σε πύργο, σύμβολα της αρμονίας και της ανέλιξης) είναι η υπόσχεση της ευδαιμονίας σ’ εκείνον που ρωμαλέα θα αγωνιστεί για να δρασκελίσει τα εμπόδια των αμαρτιών (όλα εκείνα δηλαδή που σε αποτρέπουν από τον στόχο σου), φτάνοντας στην καρδιά της αγάπης καθαρός όπως αγνή είναι και εκείνη, όμοιος μπροστά στο όμοιο. Κάπως έτσι, ο κοσμικός σαρκικός πόθος μεταμορφώνεται μέσα από τις μπαλάντες τους σε ερωτικό άθλημα, σε ένα πνευματικό προσκύνημα όπως άλλωστε δηλώνει ο αναγραμματισμός της λέξης Roma που είναι αγάπη (amor).
Ας θυμηθούμε εδώ και την Βεατρίκη του Paradiso, τον πνευματικό οδηγό του Αλιγκέρι που ο ίδιος λαχτάρησε μα δεν κέρδισε ποτέ. Και αυτό διότι η Αιώνια Αγαπημένη ενδίδετε την ιδέα, είναι αιώνια και απροσπέλαστη στον άνθρωπο που είναι θνητός και βατός. Έτσι, το αρχέτυπο μπορεί να μην φτάνουμε ποτέ, μα πάντα με λαχτάρα εκεί προσανατολιζόμαστε καθώς και εμείς παιδιά του είμαστε.
Την γέννηση αυτή από τον γονιό τούτο, ο μύθος την ιστορεί μέσα από την διάθλαση του συμβόλου, σ’ αυτό της Παρθένου και σ’ αυτό της Πόρνης. Η Παρθένος που είναι αδιακόρευτη από τον χρόνο (γι’ αυτό και δεν αλλάζει) είναι το πρόσωπο του Έρωτα, του Κάλλους και της Αλήθειας. Η Πόρνη που προσφέρεται σε όλους (γι’ αυτό και το σώμα της συμβολίζει το συμπαντικό χώρο που επιδέχεται το σύνολο των πραγμάτων) είναι η όψη της Μοναξιάς, της Φρίκης και της Λήθης. Η πρώτη σαν περιστέρα σε εξυψώνει και σε απομακρύνει από ότι είναι ανθρώπινο. Η δεύτερη σαν ερπετό σε παρασέρνει και σε ρίχνει στα έγκατα του εαυτού σου. Μονάχα μαζί συνθέτουν μια δύναμη εξέλιξης που η Γυναίκα ως σύμβολο εκφράζει. Γιατί στη ζωή όπως το φεγγάρι αλλάζει σε έρωτα και σε θάνατο, έτσι και κάθε γυναίκα -που είναι Παρθένος και Πόρνη μαζί- αλλάζει τον ερωμένο της σε ηλιοτρόπιο της Αγάπης.