Για την Αλήθεια και την Ελπίδα στην Πολιτική
Μέρες τώρα η ασθενική Ελλάδα παρουσίασε ως ένα ακόμη σύμπτωμα τον πυρετό των Εκλογών με τους πολίτες να δεχτήκαμε ένα συστηματικό γλωσσικό (ανά)προγραμματισμό από λέξης, όρους και έννοιες που απευθύνονταν απευθείας στη συναισθηματική μας νοημοσύνη και στο ένστικτο της επιβίωσης, τα δυο εκείνα κομμάτια της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης δηλαδή που μπορούν εύκολα να παρασυρθούν και να παρασύρουν την διάνοια που ακούει μονάχα στην λογικότητα της επιχειρηματολογίας.
Λέξεις όπως «αλήθεια» και «ελπίδα» (για να χρησιμοποιήσω μονάχα δυο τρανταχτά παραδείγματα) φιγουράρουν μέρες τώρα στους δρόμους, στα ΜΜΕ και στις κουβέντες των ανθρώπων, λέξεις με ιδιαίτερη σημασία που τείνουν όμως να τις αποβάλουν καθώς εντέχνως χρησιμοποιούνται για να υποκινήσουν την συμπάθεια και τον φόβο παρά αυτό που εννοούν.
Η ελπίδα για παράδειγμα δεν αφορά απαραίτητα κάτι το θετικό διότι αν και προβάλλεται ως ευαγγελία από τους σοφιστές τους σύγχρονου πολιτικού λόγου, στην πραγματικότητα βγαίνει από το έλπομαι που σημαίνει αναμένω. Αναμένω όμως τι; Ο μύθος της Ελπίδας (βλ. Έργα και Ημέρες) είναι κρυπτικός καθώς είναι το μοναδικό από τα δώρα των θεών που δεν διαφεύγει από το άνοιγμα του πιθαριού της Πανδώρας. Ως έτσι μπορεί να φυλάσσεται σαν φάρμακο απέναντι στα δεινά που ελευθερώθηκαν ή να αποκρύπτεται γιατί δεν ανήκει στους ανθρώπους! Ο Ησίοδος δεν διευκρινίζει και μάλλον σκόπιμα γιατί μπορεί η Ελπίδα να νοείται σαν αγαθό παύει να είναι όμως όταν υποκινεί την αδράνεια.
Διότι είναι εύκολο να προσδοκάς δίχως να κοπιάζεις, πόσο δε όταν προσφέρεις την εμπιστοσύνη σου σε άλλους. Αυτή η ελπίδα ταιριάζει στον μεσσιανισμό, σίγουρα όχι σε ένα συνειδητό πολίτη που επιβεβαιώνει τον χαρακτηρισμό του (ως πολίτης) επειδή μετέχει στα κοινά, εργάζεται να φανερώσει την αλήθεια της πόλης, δηλαδή την συγκρότηση κοινωνίας.
Όσον αφορά την αλήθεια, πρόκειται για την απουσία της λήθης, η μνήμη του πως έχουν τα πράγματα, και έχουν τα πράγματα όχι όπως τα ορίζει το τραπεζικό σύστημα αλλά η οικονομία, οι νόμοι του οίκου δηλαδή, οι κανόνες που ορίζονται από την πολιτεία. Τι νόμους μπορεί να θεσπίσει όμως μια πολιτεία όταν πολίτες και νομοθέτες έχουν ως σημείο αναφοράς μια ασθενική κοινωνία, δηλαδή ένα τρόπο σχέσης μεταξύ ανθρώπων που δεν επικοινωνούν αλλά βαρβαρικά ακολουθούν ή εθελοτυφλούν.
Δεν είναι τυχαίο επομένως που ο Πλάτωνας τοποθετεί την αλληγορία του σπηλαίου στο βιβλίο του για την ιδανική πολιτεία. Διότι όταν η αλήθεια μας γίνεται η αλήθεια του άλλου παρά η κοινή αλήθεια, τότε είμαστε δέσμιοι της ελπίδας πως μια μέρα, ίσως, και με τρόπο «μαγικό» μια Πανδώρα θα βρεθεί να ανοίξει το δικό μας πιθάρι. Και αν είμαστε τυχεροί (;) ίσως μαζί με τα όποια δεινά να έρθει και η αυγή για ένα καλύτερο αύριο…